" Πεθαίνει ο Αδωνις ο τρυφερός, και τώρα τι θα κάνουμε " αναρωτιέται η Σαπφώ σ΄ ένα ποίημα της. Μα φυσικά το έθιμο " Χτυπάτε το στήθος σας κόρες και σκίστε τους χιτώνες σας "
Οι υποχρεώσεις των ζωντανών προς τους νεκρούς είναι ξεκάθαρες. Το θυμίζει έντονα στον Οδυσσέα ο Ελπήνορας, ο σύντροφός του που τσακίστηκε μεθυσμένος στο παλάτι της Κίρκης. " Μη φύγεις και μ΄αφήσεις άκλαυτο κι άταφο ", του λέει, όταν τον συναντάει στην είσοδο του Κάτω Κόσμου.
Στην αρχαία Ελλάδα το κλάμα για το νεκρό ξεκινούσε από τον γόο, αυτοσχέδια τραγούδια από τους στενούς συγγενείς εμπνευσμένα από την οδύνη, και καταλήγουμε στο θρήνο, μελοποιημένες συνθέσεις που ερμηνεύονταν από μισθωμένους επαγγελματίες. Δεν ήταν σπάνιο και το φαινόμενο του καταναγκαστικού θρήνου είδικά στις κηδείες βασιλέων ή τυράννων, όπου πολλοί μαστιγώνονταν για να βγάλουν δυνατές σπαρακτικές κραυγές.
Οι Χριστιανοί θεωρούσαν άπρεπο τον υπερβολικό θρήνο. Δεν περιορίζονταν να κατακρίνουν τις βιαιότερες συνήθειες, όπως το ξέσχισμα του προσώπου, το ξερίζωμα των μαλλιών και το σκίσιμο των ρούχων. Η εικόνα των γυναικών με τα σκισμένα ρούχα και τα στηθοκοπήματα θεωρήθηκε άσεμνη. Έφτασαν να θεωρούν το θρήνο συνήθεια εγωιστική και εγωκεντρική. Αλλά δεν τους πέρασε...
Το μοιρολόι, τραγουδι της μοίρας, παραδοχή του πεπρωμένου και του αναπόφευκτου θανάτου δίπλα στο σώμα του νεκρού, παρέμεινε προνόμιο των γυναικών, όπως και τότε...